Δημοτικά Τραγούδια
Γράφτηκε από τον Ithacorama Portal on 24.10.13.Λίγα τραγούδια της Ιθάκης έχουν διασωθεί μέχρι σήμερα, άλλα είναι γνήσια Θιακά κι άλλα παραλλαγή τραγουδιών που υπάρχουν και σ’ άλλα μέρη.
Το ύφος των θιακών ξεχωρίζει για την αρτιότητα, τη καλλιτεχνικότητα και την ομορφιά τους.
«Δυο κορίτσια μεσ’ στ’ αμπέλια/ και τρυγούνε με τα γέλια/ πέρασ' από κει κι εγώ / στέκομαι και τα θωρώ / Κοριτσάκια στη ζωή σας πάρτε με κι εμέ μαζί σας/ να με ιδείτε πως τρυγώ / τι όμορφα που τραγουδώ / Έλα ξένε μου και τρύγα / μόνο νάχεις λόγια λίγα/όλ ’ ο νους σου στη δουλειά/και ολό- τελα μιλιά / Τ’ είναι κειό πούναι κει πέρα / όπου λάμπει σαν ημέρα/βλέπω χέρι παχουλό / κι έσκυψα και το φιλώ/ Σύρε ξένε μ’ στη δουλειά σου/ να μην εύρεις το μπελά σου.»
«Μια λυγερή τραγούδησε σε μάρμαρο γιοφύρι / και το γιοφύρι εράίσε κι η θάλαοσα ταραχτεί / τα κάτεργα περνούσανε και κείνα σταμάτησαν / κι εκεί φωνάζει ο ναύτερης, φωνάζ’ ο καπετάνιος. / «Αφήστε ναύτες τα κουπιά, κομιτε τσι σουρίχτρες / ν’ ακούσουμε τη λι γερή το τι τραγούδι λέει». / Εγώ κι αν ετραγούδησα σα μοιρολόι τόπα. / Έχασα κύρη και κχιρά κι εφτά αδελφούς στρατιώτες / κι άντρας μου ’ναι στο κίντυνο βαρεία για να πεθάνει. / Ξαρρωστικό μου γύρεψε να φάει να ξαρρωστήσει. / Το μήλο απ’ την ανατολή, το ρόιδο απ’ τη δύση. / Αρρώστησε, ξαρρώατησε κι άλλη γυναίκα πήρε / κι εμέ με κάλεσε νουνά να πα να στεφανώσω / με τι ποδάρια να σταθώ, με τι χέρια ν’ απλώσω;»
«Βούλομαι να ξενιτευτώ / βούλομαι να μισέψω / παρακαλώ σε ξενιτιά/ αρρώστια μη μου δόσεις/ Η αρρώστια θέλει στρώματα, / θέλει ψιλά σεντόνια / θέλει μανούλας γόνατα/θέλει αδελφής αγκάλες. / Ήρτ’ ο καιρός κι’ αρρώστησα / ξαπλώθηκα στο στρώμα. / Τηρώ δεξιά, τηρώ ζερβά / και γνωριμία 6ε βλέπω / κάνω και μια ξεναδελφή / να πλένει τα σκουτιά μου. / Τα πλένει μια, τα πλένει δυο / τα πλένει τρεις και πέντε/ κι’από τσι πέντε και μπροστά / τα ρίχνει στο σοκκακι / — Πάρε ξένεμ' τα ρούχα σου / πάρε και τα σκουτιά σου / κι ’ εμένα μούρτε μήνυμα/στη μάννα μου να πάω».
«Γλυκοχαράζουν τα βουνά και γλυκοφέγγει η μέρα / παν τα πουλάκια στις βοσκές κι οι έμμορφες στο πλύμμα / πήρα κι εγώ το μαύρο μου να πάω να του ποτίσω. I Κι εκ’ είδα κόρη πούπλενε τ’αντρός της το μαντήλι / τ’ αντρός της και του φίλου της και τ’αγαπ τικού της. / Τ αντρός το πλένει με νερό, του φίλα; σαπούνι / και του καλαγαπητικού το πλένει με δακρι). / Σαράντα σίκλους έβγαλα στα μάτια δεν τ είδα / και στσι σαραντατέσσαρους την είδα δακρ σμένη. /
«Τ έχεις κόρη και χλίβεσαι και χύνεις μαύρο δάκρυ;» / «Μου λεν απέθαν’ ο άντρας μου κι απέθαν’ ο καλός μου / κι άλλος μου λέει απέθανε κι άλλος λέει εχάθη.» / «Αλήθεια κόρη απέθανε, αλήθεια και εχάθη / κι εγώ κερί του χάρισα και συ να μου το δώσεις / κί εγώ φιλί του δάνεισα και συ να μου το δώσεις.» / «Και σαν κερί του χάρισες εγώ να σου ιΓ δώσω / και σα φιλί του δάνεισες να πας να σου | δώσει.» / «Εγώ ’μαι κόρη μου άντρας σου, εγώ ’μαι ο καλός σου».
-
Πληροφορίες:
-Ιθάκη Τότε και Τώρα- Εκδσεις Σπύρος Δενδρινός, Σπύρος Χ. Δενδρινός - Αλέκος Φ. Καλλίνικος
-Ιστορικά και Λαογραφικά Ανάλεκτα της Ιθάκης - Ανδρέα Λ. Αναγνωστάτου
-Θιάκά Μοιρολόγια (Ημερολόγιο Ιθάκης, 1929)